(ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 6/10/16)
Μετά τα πανηγύρια της κυβέρνησης για την «υπέρβαση» των κρατικών εσόδων από τα χαράτσια που φόρτωσαν στο λαό η ίδια και οι προκάτοχοί της, τα κυβερνητικά επιτελεία πανηγυρίζουν πλέον και για τις προβλέψεις του ΔΝΤ για τους ρυθμούς ανάκαμψης της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Η βασιμότητα, αλλά και η ενδεχόμενη σκοπιμότητα των προβλέψεων του ΔΝΤ (προβλέπει οριακή ανάκαμψη 0,1% φέτος και ανάκαμψη 2,8% το 2017), είναι ένα ζήτημα που απασχολεί ήδη τα επιτελεία του κεφαλαίου: Ετσι, σημειώνεται η «αιφνιδιαστική» αλλαγή των προβλέψεών του, ακόμα και σε σχέση με τις πρόσφατες δηλώσεις της επικεφαλής του κλιμακίου του Ταμείου στο κουαρτέτο, Ντ. Βελκουλέσκου, ενώ είναι προφανές ότι οι αυξανόμενες «αβεβαιότητες» που εντοπίζει και το ΔΝΤ για την παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη δεν μπορεί να αφήνουν ανεπηρέαστη την ελληνική οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, η ουσία για το λαό είναι μία: Ολες, μα όλες οι προβλέψεις και παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών επιτελείων και των εκπροσώπων του κεφαλαίου - οι προβλέψεις του ΔΝΤ, η τοποθέτηση Μοσκοβισί στην Ευρωβουλή, η χτεσινή συνέντευξη Ρέγκλινγκ, αλλά και οι τοποθετήσεις του ΣΕΒ - «υπενθυμίζουν» ότι προϋπόθεση για την όποια ανάκαμψη είναι η πλήρης εφαρμογή του μνημονίου και των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων που αυτό περιλαμβάνει.
Επιβεβαιώνεται, δηλαδή, ότι η ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου όχι μόνο δε θα φέρει ανακούφιση στο λαό, αλλά προϋποθέτει νέα κλιμάκωση με μόνιμα αντιλαϊκά μέτρα.
Το ίδιο ακριβώς συμπέρασμα επιβεβαιώνει και το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017 που κατέθεσε η κυβέρνηση: Ο προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης, ύψους 2,7%, πάει «πακέτο» με το σχεδόν διπλάσιο, σε σχέση με φέτος, ύψος των αντιλαϊκών μέτρων που θα φορτωθούν πάνω στο λαό, ενώ οι συνολικές «δημοσιονομικές παρεμβάσεις» της διετίας 2016 - 2017 (αυξήσεις αντιλαϊκών φόρων, παραπέρα πετσόκομμα κονδυλίων που αφορούν λαϊκές ανάγκες) αγγίζουν τα 4 δισ. ευρώ.
Αποκαλύπτεται έτσι πλήρως η απάτη της κυβερνητικής προπαγάνδας περί... «δυσκολότερων που πέρασαν», περί «επιστροφής στην κανονικότητα» κ.ο.κ. Επιβεβαιώνεται ότι η «κανονικότητα» των κερδών του κεφαλαίου προϋποθέτει το παραπέρα τσάκισμα του λαού.
Υπ' αυτό το πρίσμα πρέπει, άλλωστε, να ιδωθούν και τα εξελισσόμενα ενδοκαπιταλιστικά παζάρια για τη διαχείριση του ελληνικού κρατικού χρέους, τόσο για το ποιο είναι το διακύβευμα για το κεφάλαιο, όσο και για το τι πραγματικά σημαίνουν για το λαό.
Χαρακτηριστικές π.χ. για αυτά τα παζάρια - που εκφράζουν συνολικότερες ενδοκαπιταλιστικές κόντρες εντός και εκτός Ευρωζώνης - είναι και οι «αποκλίσεις» στις μακροπρόθεσμες εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία. Ετσι, ενώ ΕΕ και ΔΝΤ συγκλίνουν στις προβλέψεις τους για το 2017, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το 2021 η ελληνική οικονομία θα έχει ρυθμό ανάκαμψης 1,8%, όταν η Κομισιόν βάζει τον πήχη κοντά στο 3%. Ταυτόχρονα, το ΔΝΤ προβλέπει ότι δεν θα πιαστούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Μόνο που διαφορά στην εκτίμηση για τους ρυθμούς ανάκαμψης και τα πλεονάσματα σημαίνει διαφορά και στα μέτρα για την περιβόητη «βιωσιμότητα» του χρέους.
Και εδώ, όμως, πρόκειται για ένα παζάρι που, ανεξαρτήτως έκβασης, βγάζει το λαό σίγουρα χαμένο. Ανεξάρτητα από το πότε θα συμφωνηθούν τα μέτρα διευθέτησης του χρέους, ανεξάρτητα από το τι θα περιλαμβάνουν αυτά και από το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους, το σίγουρο είναι ότι θα συνοδεύονται από νέα αντιλαϊκά μέτρα και «προαπαιτούμενα», ο λαός θα συνεχίσει να πληρώνει για ένα χρέος που δεν είναι δικό του, ενώ η όποια «ελάφρυνση» του χρέους δεν θα σημάνει ανακούφιση του λαού, αλλά «εξοικονόμηση» πόρων για παραπέρα κρατική στήριξη του κεφαλαίου.
Κόντρα, λοιπόν, στα διάφορα κυβερνητικά πανηγύρια για λογαριασμό του κεφαλαίου, πότε για τα έσοδα του αστικού κράτους, πότε για τις προβλέψεις ανάκαμψης των κερδών των καπιταλιστών, πότε για την α' ή β' «θετική δήλωση» για τη διαχείριση του κρατικού χρέους, οι εργαζόμενοι και ο λαός πρέπει να βγουν μπροστά, με οργάνωση της πάλης για τις δικές τους ανάγκες, οι οποίες είναι διαμετρικά αντίθετες με αυτές των επιχειρηματικών ομίλων.