Επενδύοντας στους ανθρώπους» είναι ο τίτλος της έκδοσης «Best Workplace» του 2018, σε συνεργασία του οργανισμού «Great Place to Work Hellas» με την «Καθημερινή» και τη συνδρομή ιδιωτικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων (ALBA, American College of Greece). Στο πολυσέλιδο έντυπο παρουσιάζονται οι 25 επιχειρήσεις με το «καλύτερο εργασιακό περιβάλλον στην Ελλάδα». Στις σελίδες της έκδοσης, στελέχη των επιχειρήσεων περιγράφουν τη συνταγή που ακολουθούν ώστε οι εργαζόμενοι να νιώθουν «υπερηφάνεια για την εταιρεία τους». Δηλαδή, προβάλλεται ο πολυπλόκαμος μηχανισμός που αξιοποιούν επιχειρηματικοί κολοσσοί σε διάφορους κλάδους και τομείς της οικονομίας, από βιομηχανίες Φαρμάκου, Τροφίμων, εταιρείες Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής, χονδρικού και λιανικού εμπορίου, στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν το κλίμα της ταξικής ειρήνης και συναίνεσης.
Ξεχωριστή θέση στην παρουσίαση της «επιτυχημένης εικόνας» των συγκεκριμένων επιχειρηματικών ομίλων έχει η γυναικεία συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό της κάθε εταιρείας, όπως και το ποσοστό των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις, ως ένα από τα βασικά κριτήρια για τη βαθμολογία των 25 επιχειρηματικών ομίλων «Best Workplaces».
Ανάπτυξη χτισμένη... στο γόνιμο έδαφος της εργασιακής ζούγκλας
Κάτω από τους τίτλους «Ανάπτυξη με ανθρώπινο πρόσωπο», «Ανάπτυξη με κέντρο τον εργαζόμενο», «Με το βλέμμα στραμμένο στην ανάπτυξη», επιδιώκεται να κρυφτούν οι πολλαπλές στοχεύσεις της καπιταλιστικής εργοδοσίας. Θολώνεται η μεγάλη διαφοροποίηση που επικρατεί σε κάθε επιχείρηση ανάμεσα στις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους όσον αφορά στα ωράρια εργασίας, όπως τα σπαστά, κυλιόμενα ωράρια που σμπαραλιάζουν την προσωπική και οικογενειακή ζωή, φθείροντας την υγεία ιδιαίτερα της εργαζόμενης γυναίκας.
Επιδιώκεται να «μακιγιαριστεί» η μεγάλη «ευελιξία» στις εργασιακές σχέσεις στο όνομα του καλύτερου συνδυασμού της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, ιδιαίτερα για τη μισθωτή. Προκλητικά, προβάλλουν ως «επιλογή» των εργαζόμενων μητέρων τις «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις, κρύβοντας τη ζωή - λάστιχο για την πλειοψηφία των μισθωτών γυναικών που η φροντίδα των παιδιών, των ηλικιωμένων, των ΑμεΑ αποτελεί σχεδόν αποκλειστικά ατομική τους υπόθεση, σε συνθήκες εμπορευματοποίησης, ιδιωτικοποίησης και υποβάθμισης των κοινωνικών υπηρεσιών και υποδομών για τη φροντίδα της οικογένειας. Καθίσταται ατομική - οικογενειακή υπόθεση ό,τι θα έπρεπε να είναι κοινωνικό δικαίωμα. Σε αυτό το έδαφος επιδιώκεται να κάνουν πιο «ελκυστικές» αυτές τις μορφές για το σύνολο του εργατικού δυναμικού, ανδρικού και γυναικείου, επενδύοντας στο «μανδύα» της καλύτερης κατανομής των ευθυνών ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες. Δεν είναι μόνο η μερική απασχόληση, που σε ορισμένους μονοπωλιακούς ομίλους στο εμπόριο κυμαίνεται από 34% έως 48%, με βάση τα στοιχεία της έκδοσης. Πρόκειται και για νέες μορφές «ευέλικτης» εργασίας, που εκθειάζονται από ΕΕ, ΟΟΣΑ, όπως η τηλεεργασία, το on call, το stand by, η εργασία από το σπίτι. Επιχειρηματικοί όμιλοι που φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις των «best workplaces», είναι πρωταθλητές στην υιοθέτηση τέτοιων εργασιακών σχέσεων - λάστιχο.
Την ίδια στιγμή, κρύβεται η εντατικοποίηση της εργασίας που επικρατεί για να παραδοθούν τα project, για να πιαστούν τα πλάνα πωλήσεων, που εκτός των άλλων επιβαρύνουν ιδιαίτερα το γυναικείο οργανισμό (μυοσκελετικά προβλήματα, προβλήματα υπογονιμότητας, αύξηση των ποσοστών κρίσεων πανικού). Εξάλλου, όχημα για την εντατικοποίηση της εργασίας και του ανταγωνισμού ανάμεσα στους εργαζόμενους της επιχείρησης αποτελούν και οι επιπλέον επιβραβεύσεις - τα ομαδικά bonus - στα τμήματα που ξεπερνούν τη στοχοθεσία της επιχείρησης. Ενώ, οι διάφορες ενέργειες, υπό τον τίτλο «Be Well», με Μέρες της μητέρας, του πατέρα, με εορτασμούς ξεχωριστών στιγμών, με μαθήματα yoga, αλλά και με βελτίωση των τρόπων εργασίας εύκολα και αποτελεσματικά («Make my life easy»), λειτουργούν πυροσβεστικά στην ένταση της εκμετάλλευσης, τη στιγμή που απευθύνονται σε ένα μικρό μέρος του εργατικού δυναμικού.
Ανάμεσα στα κριτήρια για τη βράβευση των 25 καλύτερων επιχειρήσεων με βάση το εργασιακό περιβάλλον είναι τα μικρά ποσοστά αποχωρήσεων των εργαζομένων. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν στελέχη επιχειρηματικών ομίλων στις Τηλεπικοινωνίες και στην Πληροφορική, «δέσμευσή μας να ανταποδίδουμε καθημερινά την αφοσίωση των εργαζομένων μας». Στο επίκεντρο του προβληματισμού τους είναι η προσέλκυση επιστημονικού εργατικού δυναμικού με τεχνογνωσία, για την κατοχύρωση της πατέντας στο πλαίσιο της επιστημονικής, τεχνολογικής ανάπτυξης, στο έδαφος του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού στον συγκεκριμένο κλάδο.
Ουσιαστικά, επιδιώκεται να θαφτεί ότι η ανάπτυξη των επιχειρηματικών κολοσσών, δηλαδή η διασφάλιση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητάς τους, διαμορφώνεται κάτω από τη σκληρή ταξική εκμετάλλευση του συνόλου των εργαζομένων, σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό των μισθωτών γυναικών. Εξάλλου, συντελεστές της έκδοσης δεν διστάζουν να παροτρύνουν την καπιταλιστική εργοδοσία να υιοθετήσει μέτρα για τη «βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος», «ένα μέρος που οι εργαζόμενοι θα χαίρονται να δουλεύουν», με κριτήριο τη βελτίωση των κερδών τους. Αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι «βασικός στόχος και προτεραιότητα των επιτυχημένων εταιρειών είναι η ικανοποίηση των εργαζομένων τους και η δέσμευσή τους, καθώς αυτό οδηγεί σε βελτίωση της παραγωγικότητας (...) και στο τέλος αύξηση των πελατών και των εσόδων της επιχείρησης... Ερευνες έχουν δείξει ότι αφοσιωμένοι εργαζόμενοι δημιουργούν αξία για την εταιρεία τους και μπορούν να αυξήσουν την κερδοφορία της έως και 20%».
Πολύπλευρη παρέμβαση στο περιεχόμενο του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων... με το αζημίωτο: Την αφοσίωση
Τη στιγμή που σμπαραλιάζουν την οικογενειακή ζωή του εργατικού δυναμικού, οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις αναπτύσσουν πρωτοβουλίες που απευθύνονται στην οικογένεια των εργαζομένων, όπως πακέτα ιδιωτικής ασφάλισης, Υγείας και συνταξιοδότησης, εκδηλώσεις για τα παιδιά των εργαζομένων και εκδρομές. Στο επίκεντρο βρίσκεται η προσπάθεια να διαπαιδαγωγήσουν ακόμα και τα παιδιά των εργαζομένων στην ταξική συμφιλίωση. Για παράδειγμα, ορισμένοι μονοπωλιακοί όμιλοι οργανώνουν «μέρες οικογένειας», «με σκοπό να δουν από κοντά τα παιδιά των εργαζομένων τον χώρο όπου οι γονείς τους περνούν τις περισσότερες ώρες της μέρας τους». Μια άλλη εταιρεία διαβεβαιώνει πως οι υπάλληλοί της «μπορούν να φέρουν καθημερινά τα κατοικίδιά τους ή τα παιδιά τους στο γραφείο χωρίς πρόβλημα»!
Την ίδια στιγμή, διαμορφώνουν πακέτα επιδοτήσεων για τον παιδικό σταθμό, για τα πρώτα έξοδα του μωρού, για τις ανάγκες στήριξης της οικογένειας σε εκπαίδευση. Παίρνοντας υπόψη μελέτες για την παραγωγικότητα των εργαζόμενων μητέρων, η οποία «πέφτει» όπως λένε κατά 15-17% τα πρώτα χρόνια του παιδιού, η ΕΕ, οι κυβερνήσεις και οι επιχειρηματικοί όμιλοι επιδιώκουν να διαμορφώνονται κοινωνικές υποδομές - «οικονομικά προσιτές» - για τη φροντίδα των παιδιών, να επεκταθεί το ωράριο λειτουργίας τους. Ωστε η εργαζόμενη να μην έχει το άγχος για τη φροντίδα των παιδιών, να περιορίσει τις απουσίες από την εργασία λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων.
Τελικά, πατάνε πάνω στην ανασφάλεια, την αγωνία - ιδιαίτερα - της εργαζόμενης μητέρας για το μέλλον των παιδιών της, για να τη δέσουν με χίλιες αλυσίδες στα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Οποιεσδήποτε δήθεν παροχές, διευκολύνσεις της καπιταλιστικής εργοδοσίας αποτελούν δεσμεύσεις προς την εργαζόμενη. Διαμορφώνουν στάση, αντιλήψεις προσωπικής υποχρέωσης και ατομικής ευθύνης των εργαζόμενων γυναικών προς την «καλή διεύθυνση της επιχείρησης». Με αυτόν τον τρόπο ενισχύονται τα όρια αποδοχής, συμβιβασμού με τις συνθήκες εργασίας, οι μειωμένες απαιτήσεις για το εισόδημα, την κοινωνική πολιτική, η αναζήτηση ατομικών λύσεων στα εργασιακά προβλήματα.
Ταυτόχρονα, αναπτύσσουν δράσεις με στόχο την παρέμβαση στο περιεχόμενο του μη εργάσιμου χρόνου, ιδιαίτερα του γυναικείου εργατικού δυναμικού. Γνωρίζουν ότι κάθε εργαζόμενη και εργαζόμενος αναζητά τρόπους να αξιοποιήσει τον ελεύθερο χρόνο του δημιουργικά, αλλά ο πολιτισμός, ο αθλητισμός, οι διακοπές, η αναψυχή είναι ακριβοπληρωμένα εμπορεύματα.
Για παράδειγμα, στο Εμπόριο, όπου το αντεργατικό νομοθετικό οπλοστάσιο σμπαραλιάζει ακόμα και το δικαίωμα στην Κυριακή αργία, οι επιχειρηματικοί κολοσσοί αναπτύσσουν πρωτοβουλίες εθελοντισμού, όπως «ο μάστορας της πόλης μας», κατά τη διάρκεια της οποίας μέρος των εργαζομένων από τα καταστήματα προσφέρουν εθελοντική εργασία με σκοπό «να ομορφύνουν την πόλη που ζουν» (δεντροφυτεύσεις, βαφές, συντήρηση, ανάπλαση πάρκων, σχολείων και άλλα).
Παίρνουν υπόψη τους ότι ιδιαίτερα οι γυναίκες δραστηριοποιούνται πιο εύκολα σε ό,τι σχετίζεται με το παιδί, αλλά συνήθως όχι με χαρακτήρα διεκδίκησης αλλά υποκατάστασης των ελλείψεων, των κενών που αφήνει η εκάστοτε κυβερνητική πολιτική. Πιο εύκολα παρασύρονται και παίρνουν μέρος σε φιλανθρωπικές δράσεις των επιχειρηματικών κολοσσών. Επίσης, αναγνωρίζοντας ότι οι γυναίκες είναι ευαίσθητες σε ζητήματα αλληλεγγύης προς τις γυναίκες πρόσφυγες, τους μετανάστες - μετανάστριες και τα παιδιά τους, προς οικογένειες που ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης, αναπτύσσουν αντίστοιχες εθελοντικές δράσεις, υποκαθιστώντας την κρατική ευθύνη και συμβάλλοντας να στηθεί το κοινωνικό πρόσωπο της καπιταλιστικής επιχείρησης.
Είναι άλλο βεβαίως το περιεχόμενο των πρωτοβουλιών αλληλεγγύης από εργατικά σωματεία, Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, γυναικείους συλλόγους της ΟΓΕ, από άλλους φορείς του εργατικού - λαϊκού κινήματος, μορφές οι οποίες συνδέονται με την οργάνωση κινητοποιήσεων, με αγωνιστικές διεκδικήσεις από το κράτος, τους θεσμούς του σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, για παράδειγμα για την εκπαίδευση των προσφυγόπουλων, τις συνθήκες διαβίωσης σε εργατικές - λαϊκές γειτονιές όπως στη Δυτική Αττική με τον ΧΥΤΑ, τη στήριξη των πλημμυροπαθών στη Μάνδρα. Δράσεις που συμβάλλουν στην καλλιέργεια της ταξικής ενότητας απέναντι στον κοινό αντίπαλο, τα μονοπώλια και την εξουσία τους.
Οι δράσεις των μονοπωλίων στο πλαίσιο της «εταιρικής κοινωνικής ευθύνης» αποτελούν τον «σύγχρονο» μανδύα για να κρυφτεί ο μηχανισμός της ταξικής εκμετάλλευσης και να εξασφαλιστεί όχι μόνο η ανοχή, αλλά και η στοίχιση των μισθωτών, ιδιαίτερα των γυναικών, στο στόχο της ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Στέκονται εμπόδιο στην ανάγκη οργάνωσης, δράσης των μισθωτών γυναικών στο σωματείο, στον γυναικείο σύλλογο της ΟΓΕ, στη συμμετοχή τους στον ταξικό, πολιτικό αγώνα.