Η ουσιαστική κοινωνική προστασία της μητρότητας, της οικογένειας, απαιτεί συνδυασμένα εργασιακά και κοινωνικά μέτρα: Μόνιμη και σταθερή δουλειά με δικαιώματα, άδειες κύησης, τοκετού, λοχείας και μητρότητας, που να ικανοποιούν τις ανάγκες τόσο της μητέρας όσο και του βρέφους. Διευκόλυνση της επιστροφής της μητέρας στην εργασία, με μειωμένα ωράρια κατά δύο ώρες για τα επόμενα δύο χρόνια και κατά μία ώρα για άλλα δύο. Τα μέλη των μονογονεϊκών οικογενειών να εργάζονται μόνο πρωινή βάρδια, μέχρι τα παιδιά να φτάσουν στην ηλικία των 10 ετών. Κατάργηση των νόμων που προωθούν τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις και την κατάργηση της Κυριακής αργίας.
Επίδομα τοκετού για όλες τις γυναίκες, ύψους 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, με δαπάνη από τον κρατικό προϋπολογισμό. Δίκτυο δημόσιων και δωρεάν βρεφονηπιακών σταθμών και υποδομών για τη δημιουργική απασχόληση βρεφών και νηπίων. Δημόσιες και δωρεάν υγειονομικές και κοινωνικές υπηρεσίες, με γενικευμένα προγράμματα προληπτικής ιατρικής και έγκαιρης διάγνωσης, κοινωνικές υποδομές και υπηρεσίες για τη μητέρα, το παιδί, ολόκληρη τη λαϊκή οικογένεια, όπως κέντρα ενημέρωσης και εκπαίδευσης για το θηλασμό μέσα στα μαιευτήρια. Λειτουργία των υπηρεσιών νοσηλείας και φροντίδας στο σπίτι με χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εμπόδιο στη δυνατότητα ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών της νέας μητέρας, του νέου ζευγαριού, δεν αποτελούν κυρίως οι δήθεν «κακές» ή «λαθεμένες» πολιτικές επιλογές κάποιων κομμάτων που βρίσκονται στην κυβέρνηση, οι επιμέρους υποκειμενικές αδυναμίες πρωθυπουργών, υπουργών, άλλων κρατικών παραγόντων, η τάση τους προς το χρηματισμό, τη δωροδοκία και άλλα. Μπορεί οι κυβερνήσεις να αλλάζουν, να αναμορφώνεται το αστικό πολιτικό σύστημα και με νέα κόμματα και πρόσωπα, να αναδεικνύονται γυναίκες ως στελέχη επιχειρήσεων και στους θεσμούς του αστικού κράτους. Ομως παραμένει ο πυρήνας της ανάπτυξης με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, η σαπίλα των σύγχρονων καπιταλιστικών σχέσεων, στην εποχή του υπερσυγκεντρωμένου κεφαλαίου, των πολυεθνικών μονοπωλίων.