ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ - ΚΡΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
Γέννημα των χρηματοδοτήσεων του μεγάλου κεφαλαίου
Πλεονασματικοί θα ήταν όλοι οι προϋπολογισμοί του Δημοσίου, αν το καπιταλιστικό κράτος δεν μεσολαβούσε για να εξασφαλιστεί η όλο και μεγαλύτερη χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων και των τραπεζών
Ολη η συζήτηση που γίνεται για τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα, που με τη μορφή της αλυσίδας οδηγούν στο δανεισμό του Δημοσίου και το κρατικό χρέος, είναι από την αρχή μέχρι το τέλος κατευθυνόμενη και χειραγωγημένη. Από τους κυβερνώντες, τα στελέχη του μεγάλου κεφαλαίου, από τους καθηγητάδες που εξασφαλίζουν την ατομική τους ευδαιμονία στα «ερευνητικά προγράμματα» της ΕΕ και από τους πληρωμένους προπαγανδιστές - διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Ολοι τους δεν αποπροσανατολίζουν απλά τους εργαζόμενους από τις οδυνηρές συνέπειες της φιλομονοπωλιακής πολιτικής για το ξεπέρασμα της κρίσης. Καλλιεργούν την τρομοκρατία και σπέρνουν το φόβο, που εύκολα μετατρέπονται σε απειλές και εκβιασμούς σε βάρος του λαού, προκειμένου να υποταχθεί στις, απαραίτητες για το κεφάλαιο, αντιλαϊκές πολιτικές και μέτρα.
Εχουν καταφέρει να μολύνουν, σε μεγάλο βαθμό, τη λαϊκή συνείδηση με την ιδέα ότι μήτρα κάθε συμφοράς είναι, λέει, η κακή διαχείριση, ή, σε επίπεδο κράτους και κρατικού προϋπολογισμού, ότι οι δαπάνες είναι πολύ μεγαλύτερες από τα έσοδα. Και με αυτή τη λογική, κάθε αρνητική εξέλιξη την αναγάγουν σε αυτή την εξίσωση και στο έλλειμμα που υποτίθεται ότι δημιουργεί. Κι αν κάποιος τολμήσει να υποστηρίξει ότι με τα ετήσια δημόσια έσοδα μπορούν να καλυφθούν οι βασικές δαπάνες του κράτους, θα τον βγάλουν γραφικό. Και εάν υποστηρίξει πως ό,τι λείπει από το κρατικό ταμείο είναι 100% κονδύλια που τα έχουν αρπάξει διάφορα λαμόγια του ιδιωτικού κεφαλαίου, θα τον λοιδορήσουν ως τον τρελό του χωριού. Κι όμως, αυτό ακριβώς συμβαίνει. Και το αποδείχνουν ακόμα και τα επίσημα στοιχεία των κρατικών προϋπολογισμών. Τα κρατικά ελλείμματα δημιουργούνται επειδή μέσω του κρατικού προϋπολογισμού, που αποτελεί αναδιανεμητικό εργαλείο στα χέρια του κράτους των αστών, αφαιμάζεται ο κοινωνικός πλούτος, για να εξασφαλιστεί η οικονομική στήριξη, η χρηματοδότηση των εκπροσώπων του κεφαλαίου.
Να το δούμε με αριθμούς:
Το 98% των κρατικών εσόδων προέρχεται από τους άμεσους και έμμεσους φόρους, τους οποίους κατά γενική ομολογία πληρώνουν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και άλλα λαϊκά στρώματα. Το υπόλοιπο 2% προέρχεται από μη φορολογικά έσοδα και από τις λεγόμενες «απολήψεις από την ΕΕ», τις οποίες βέβαια ακριβοπληρώνουμε με τις συνδρομές που αναλογούν στη χώρα και όχι μόνο.
Τα έσοδα καλύπτουν τις δαπάνες λειτουργίας...
Οπως δείχνουν και τα στοιχεία του «ΠΙΝΑΚΑ 1», που αναφέρονται στη δεκαπενταετία 1996 - 2011, τα ετήσια έσοδα του κράτους (στήλη 1) όχι μόνο φτάνουν, αλλά μέχρι και το 2009 περίσσευαν για να καλύψουν το σύνολο των λειτουργικών αναγκών του κράτους. Δηλαδή, με τα κονδύλια που εισέπραττε το Δημόσιο, κατάφερνε να πληρώσει το σύνολο των υποχρεώσεων που είχε, και στο τέλος εμφανιζόταν και πλεόνασμα. Με τα χρήματα από τους φόρους που, δεν πρέπει να ξεχνάμε προέρχονται από τα εισοδήματα των λαϊκών στρωμάτων, το κράτος χρηματοδοτούσε (η αλήθεια είναι ότι πάντα υποχρηματοδοτούσε):- τη μισθοδοσία για το σύνολο των απασχολούμενων στο Δημόσιο
- τις συντάξεις για το σύνολο των συνταξιούχων του Δημοσίου
- τα νοσοκομεία, τα ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας
- τα ασφαλιστικά ταμεία (ασφάλιση, περίθαλψη, κοινωνική προστασία, διάφορα επιδόματα)
- τις επιδοτήσεις στη γεωργία
- την Παιδεία
- το σύνολο των λειτουργικών δαπανών του κράτους (επιχορηγήσεις υπουργείων, άλλων κρατικών φορέων, προμήθειες του Δημοσίου κλπ)
- τις επιχορηγήσεις συγκοινωνιακών φορέων και άλλων οργανισμών
- την Τοπική Αυτοδιοίκηση
- τις στρατιωτικές δαπάνες
- το αποθεματικό του κράτους.
Στα 15 χρόνια το πλεόνασμα από τη διαφορά εσόδων/δαπανών ξεπέρασε τα 66 δισ. ευρώ!!! Το τοπίο, βέβαια, άλλαξε με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και έτσι το 2009 και το 2010, εξαιτίας τόσο των μειωμένων εισοδημάτων, όσο και της νέας μείωσης της φορολογίας στα επιχειρηματικά κέρδη, τα δημόσια έσοδα καθηλώθηκαν. Ετσι, τη διετία 2009-2010 υπήρξε, σε πρωτογενές επίπεδο, έλλειμμα που έφτασε τα 10,8 δισ. ευρώ.
Μία παρένθεση, για να μην υπάρξουν παρανοήσεις. Το γεγονός ότι το Δημόσιο θα μπορούσε να εξυπηρετεί τις δαπάνες λειτουργίας του αστικού κράτους, από μόνο του, δεν σημαίνει τίποτα απολύτως. Για δύο τουλάχιστον λόγους.
Α) Οι εναλλασσόμενες κυβερνήσεις του δικομματισμού, όλα αυτά τα χρόνια, ακολουθούσαν μια εντελώς αντιλαϊκή πολιτική, τόσο στον τομέα των εσόδων, όσο και σε εκείνον των δαπανών. Για παράδειγμα, τα έσοδα στηρίζονταν - και εξακολουθούν να στηρίζονται - σε ένα άκρως αντιδραστικό φορολογικό σύστημα, που στην κυριολεξία απομυζά τα λαϊκά στρώματα και αφήνει στο απυρόβλητο τους εκπροσώπους του κεφαλαίου και τα επιχειρηματικά κέρδη. Σε ό,τι αφορά τις δαπάνες, είναι γνωστή η πολιτική συνεχούς συρρίκνωσης των κονδυλίων που εξακολουθούν και έχουν κάποιο κοινωνικό χαρακτήρα, η συστηματική υποχρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης, το πετσόκομμα των κονδυλίων για την Παιδεία, την Υγεία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την ώρα που συνεχώς αυξάνονταν τα κονδύλια για διαφόρων τύπου προμήθειες του Δημοσίου από μεγάλες επιχειρήσεις και πολυεθνικές. Οι κρατικοί προϋπολογισμοί και σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή έσοδα/δαπάνες, ήταν πάντα μηχανισμοί αναδιανομής του εισοδήματος υπέρ των εκπροσώπων του κεφαλαίου.
Β) Το αστικό το κράτος με βάση τα συμφέροντα που επιδιώκει να εξυπηρετεί, δεν αρκείται στα ...κανονικά έσοδα που είανι σε θέση να εξασφαλίζει ώστε να να χρηματοδοτεί το μεγάλο κεφάλαιο και τις ανάγκες του. Από τη φύση του είναι υποχρεωμένο να διευκολύνει τη συσσώρευση κεφαλαίων με την παροχέτευση όλο και περισσοτέρων κονδυλίων προς τις διάφορες ομάδες των μεγαλοεπιχειρηματιών, κάτι που, κατά κανόνα και σε όλες τις χώρες του κεφαλαίου, επιτυγχάνεται μέσα από τον κρατικό δανεισμό. Γι΄αυτό και όπως διαπιστώνεται με βάση τα στοιχεία οι καπιταλιστικές χώρες είναι καταχρεωμένες στο σύνολό τους, ανεξάρτητα μεγέθους και οικονομικής ισχύος.
Απλά εδώ επιδιώκεται να σημειωθεί- αποδειχθεί ότι και σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πρωτογενή ελλείμματα και μάλιστα για ελλείμματα τα οποία δήθεν δημιουργήθηκαν για να στηριχθούν οι εργαζόμενοι και τα εισοδήματά τους.
Αναπόφευκτα εγείρεται το ερώτημα: Πώς από τα εμφανιζόμενα πλεονάσματα, στο πρώτο επίπεδο διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών, φτάνουμε στη δημιουργία ελλειμμάτων δεκάδων δισεκατομμυρίων;
...δεν αρκούν όμως για τους επιχειρηματίες
Εδώ αρχίζει η ιστορία που λέγεται συστηματική και κλιμακούμενη λεηλασία του δημόσιου χρήματος υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου. Μαζί και η ιστορία της δημιουργίας κρατικών ελλειμμάτων προκειμένου να στηριχθούν - χρηματοδοτηθούν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, οι οποίοι όχι μόνο δεν πληρώνουν φόρους, αλλά καταφέρνουν να αποσπούν, με τη συνδρομή του κράτους, δεκάδες δισεκατομμύρια από τον κρατικό κορβανά.Στον κρατικό προϋπολογισμό, εκτός από το κομμάτι που αφορά το γενικό μέρος έσοδα\δαπάνες για τη λειτουργία του αστικού κράτους, περιλαμβάνονται και οι κυβερνητικές παρεμβάσεις για το λεγόμενο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Πρόκειται, βασικά, για εμφανιζόμενες επενδύσεις και έργα κύρια στον τομέα των υποδομών, στην ουσία όμως πρόκειται για το κανάλι χρηματοδότησης μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, οι οποίοι αναλαμβάνουν να πραγματοποιήσουν έργα, που σε προηγούμενες δεκαετίες ήταν αρμοδιότητας διαφόρων δημοσίων φορέων.
Μιλάμε για επενδύσεις - έργα, που στοχεύουν στη δημιουργία υποδομών και εξυπηρετούν τις προτεραιότητες και ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου. Κατασκευαστικά έργα, οδικές αρτηρίες, προμήθειες μονίμων εξοπλιστικών μέσων και μηχανολογικού εξοπλισμού, ειδικές έρευνες και μελέτες που αναφέρονται στις παραπάνω περιπτώσεις, καθώς και όλες οι δαπάνες των προγραμμάτων του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ). Είναι τα γνωστά υπερκοστολογημένα έργα της διαπλοκής του μεγάλου κεφαλαίου με τις κυβερνήσεις, που τα χρυσοπληρώνουν οι εργαζόμενοι της χώρας. Εργα που την τελευταία δεκαπενταετία αποτέλεσαν την υλική βάση για τη δημιουργία τεράστιων και ισχυρότατων επιχειρηματικών συγκροτημάτων και οδήγησαν στον ανυπολόγιστο πλουτισμό συγκεκριμένων ομάδων και εκπροσώπων του κεφαλαίου.
Από τη στιγμή που τα έργα αυτά δίνονται σε ιδιώτες, το... κανονικό θα ήταν οι ιδιώτες αυτοί με τα κεφάλαια που διαθέτουν να κάνουν τις σχετικές επενδύσεις και να προχωρήσουν στην υλοποίησή τους. Οι σύγχρονες όμως «επενδύσεις» δεν γίνονται με αυτόν τον τρόπο. Για παράδειγμα, οι κατασκευαστικοί όμιλοι που ανέλαβαν έργα όπως η εθνική οδός, το αεροδρόμιο, η Αττική Οδός, η γέφυρα του Ρίου - Αντίρριου, συμμετείχαν στα έργα βάζοντας ίδια κεφάλαια που σε καμιά περίπτωση δεν ξεπέρασαν το 10% της αξίας του έργου. Κάποιο ποσοστό κεφαλαίων προήλθε από χρηματοδοτήσεις της ΕΕ, κάποιο ακόμα από τραπεζικά δάνεια που συνήψαν οι επιχειρηματίες, και το υπόλοιπο, όλο το υπόλοιπο, χρηματοδοτήθηκε από τον κρατικό προϋπολογισμό και ειδικότερα από τα κονδύλια του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων προέρχεται από τα λεγόμενα κονδύλια του ΕΣΠΑ. Ωστόσο, η χρησιμοποίηση των κονδυλίων αυτών προϋποθέτει και την εκταμίευση εθνικών πόρων. Οι εκταμιεύσεις κονδυλίων για τη χρηματοδότηση του Προγράμματος ήταν ανέκαθεν υψηλότερες από τα σχετικά έσοδα του Προγράμματος, με αποτέλεσμα να προκαλείται έλλειμμα, που κατά καιρούς είχε και αυξητικές τάσεις (στήλη 4).
Πού θα μπορούσαν να βρεθούν αυτοί οι πόροι;
Μα, πρώτα και κύρια στο πλεόνασμα που υπάρχει μετά την πληρωμή των πρωτογενών δαπανών. Αλλωστε, μέχρι και το 2002, το Δημόσιο κατάφερνε με τα έσοδα που είχε να καλύπτει πέρα από τις πρωτογενείς δαπάνες και τις ανάγκες του ΠΔΕ. Δηλαδή, και μετά από την πληρωμή των κονδυλίων του ΠΔΕ, οι ετήσιοι κρατικοί προϋπολογισμοί, είχαν πλεόνασμα (στήλη 5). Από την εποχή όμως της... έξαρσης των περιβόητων μεγάλων έργων, την περίοδο που άρχισαν οι μεγάλες εκταμιεύσεις και η μεταφορά δεκάδων δισεκατομμυρίων στους λογαριασμούς των επιχειρηματικών ομίλων, το πρωτογενές πλεόνασμα αποδείχθηκε μηδαμινό για να καλύψει τις αναγκαίες πληρωμές του ΠΔΕ, δηλαδή, των κεφαλαιοκρατών που εκτελούν δημόσια έργα.
Με δυο λόγια: Τα δεκάδες δισεκατομμύρια φόρων των εργαζομένων που μοιράζονταν στο όνομα της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας στις διάφορες επιχειρηματικές ομάδες, ποτέ δεν ήταν αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες χρηματοδότησης του κεφαλαίου, ποτέ δεν έφτασαν για να χορτάσουν οι διάφοροι μεγαλοκαρχαρίες που θησαυρίζουν σε βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Ετσι, το κράτος, το δικό τους κράτος - που υπάρχει και λειτουργεί για να προωθεί τα δικά τους συμφέροντα - «τραβάει» από τα ταμεία όσα πρόσθετα κονδύλια χρειάζονται για να χρηματοδοτηθούν οι επιχειρήσεις, δημιουργώντας ελλείμματα στον προϋπολογισμό, τα οποία στη συνέχεια κουκουλώνονται με τον κρατικό δανεισμό. Αλλωστε - και δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής - το σύστημα της τραπεζικής πίστης, ο τραπεζικός δανεισμός, έπαιξε ξεχωριστό ρόλο σε όλες τις φάσεις ανάπτυξης, τόσο των ξεχωριστών καπιταλιστικών επιχειρήσεων, όσο και του ίδιου του καπιταλισμού ως σύστημα.
...και τους τραπεζίτες
Ο κρατικός δανεισμός με τη σειρά του, δημιουργεί νέες υποχρεώσεις του αστικού κράτους, το οποίο πρέπει συστηματικά να πληρώνει τις τοκοχρεολυτικές δόσεις, για την πληρωμή και εξόφληση των δανείων που παίρνει, ενώ ολόκληρη η διαδικασία για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους μετατρέπεται σ' ένα πρώτης τάξεως «θερμοκήπιο», για την εξασφάλιση υψηλότατων τραπεζικών κερδών.Οπως είναι κατανοητό, οι τόκοι (στήλη 6) που πληρώνει το Δημόσιο για τα δάνεια που συνήψε προκειμένου να καλύψει τα ελλείμματα που προήλθαν από τη φιλοεπιχειρηματική πολιτική χρηματοδότησης του κεφαλαίου, δημιουργούν νέες υποχρεώσεις, που προκαλούν νέες «τρύπες» και ελλείμματα, τα οποία οδηγούν σε νέο δανεισμό, περισσότερους τόκους κοκ. Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο τα δημοσιονομικά του αστικού κράτους μπαίνουν σε ένα φαύλο κύκλο, για τον οποίο οι πάντες αδιαφορούν, όσο τα θύματα αυτής της πολιτικής, όσο, δηλαδή, οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα, μπορούν με τους φόρους που πληρώνουν να εξασφαλίζουν την ακόμα μεγαλύτερη κερδοφορία και τον επιπλέον πλουτισμό των κεφαλαιοκρατών, ανεξάρτητα αν είναι μεγαλοβιομήχανοι, μεγαλοκατασκευαστές, τραπεζίτες κοκ.
Αν τα κονδύλια που πάνε για τόκους, τα προσθέσουμε σε εκείνα που δίνονται στο κεφάλαιο μέσω του ΠΔΕ, διαπιστώνουμε (στήλη 7) ότι το τελικό αποτέλεσμα της εκτέλεσης κάθε προϋπολογισμού είναι αρνητικό. Είναι, δηλαδή, ελλειμματικό και ανάλογα τις διάφορες συγκυρίες άλλοτε αυξομειώνεται και άλλοτε εκτοξεύεται σε ασύλληπτα επίπεδα.
Το συμπέρασμα είναι απλό και οφθαλμοφανές: Τα δημόσια ελλείμματα δεν δημιουργούνται για να πληρωθούν μισθοί ή συντάξεις, ούτε για να καλυφθούν οι πρωτογενείς ανάγκες του αστικού κράτους. Προκαλούνται από τις διαφόρων μορφών χρηματοδοτήσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο, και για να καλυφθούν αυτές οι χρηματοροές, οι αστικές κυβερνήσεις προσφεύγουν σε δανεισμό. Ολα τα άλλα είναι φλυαρίες των απολογητών του συστήματος που επιδιώκουν να κουκουλώσουν τις πραγματικές αιτίες του προβλήματος.
Οταν το 2009, λόγω της κρίσης που ήδη είχε ξεσπάσει αλλά ουδείς ομολογούσε, κατέρρευσαν τα κρατικά έσοδα και εμφανίστηκαν ελλείμματα, ακόμα και σε επίπεδο πρωτογενούς διαχείρισης, τότε βάρεσαν τα τέλια και όλοι όσοι ευθύνονται για τη δημιουργία των ελλειμμάτων και του χρέους ξεκίνησαν έναν ανελέητο πόλεμο σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, με μοναδικό στόχο να προστατευτούν οι τράπεζες και οι επιχειρηματικοί όμιλοι, από τις κατακλυσμιαίες συνέπειες της οικονομικής κρίσης.
Η επιδίωξη των εκπροσώπων των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων για όλο και μεγαλύτερη συσσώρευση κεφαλαίων, εκτός από την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, προϋποθέτει και τη συνεχώς αυξανόμενη χρηματοδότηση των κεφαλαιοκρατών από τα δημόσια οικονομικά. Αυτό ακριβώς εξασφαλίζει η λειτουργία του κράτους ως συλλογικού καπιταλιστή, που εκπονεί προγράμματα για τη στήριξη των διαφόρων επιχειρηματικών ομάδων. Μια πολιτική εντελώς αντιδραστική, η οποία στο στόχαστρο της έχει το σύνολο των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων και οδηγεί εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά στην οικονομική εξαθλίωση και την απόλυτη φτώχεια, ενώ ταυτόχρονα ευνοεί τη λεηλασία του δημόσιου χρήματος, αφήνοντας πίσω δημοσιονομικά ελλείμματα, χρέη και κατεστραμμένες παραγωγικές δυνάμεις.
Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ
(αναδημοσίευση από τον Ριζοσπάστη)